Τεχνητή Νοημοσύνη και Νομικές Σπουδές
Η νομική επιστήμη αναμφίβολα αποτελεί μια παραδοσιακή επιστήμη, η οποία συναρτάται τόσο με τη φιλοσοφία όσο και την πολιτική και την οικονομία
Και όλα αυτά σε έναν κόσμο παγκοσμιοποίησης, ο οποίος αντιλαμβάνεται την καθημερινότητα μέσα από έναν ιστό με πολλαπλούς τρόπους σύνδεσης, σε μηδενικούς σχεδόν χρόνους και με μέσα που ήδη υποβοηθούν αν όχι εν πολλοίς υποκαθιστούν τον ανθρώπινο νου.
Σε αυτή τη νέα εποχή, οι νομικοί καλούνται να ανταποκριθούν στις μεταλλασσόμενες απαιτήσεις, αξιοποιώντας γνώσεις και δεξιότητες σε διαφορετικά πεδία εξειδίκευσης και σε πολλές διαφορετικές δικαιοδοσίες.
Η αυξανόμενη κινητικότητα στην αγορά εργασίας και η ανάπτυξη παγκόσμιων οικονομικών σχέσεων ανέδειξε την ανάγκη για μεγαλύτερη εξοικείωση και διασύνδεση μεταξύ των δικαιοδοσιών. Οι δικηγόροι πρέπει πλέον να είναι οιονεί «κάτοικοι» και όχι «τουρίστες» στις διάφορες δικαιοδοσίες, προκειμένου να μπορούν να ανταποκρίνονται στην παγκόσμια οικονομική δράση, καθώς καλούνται πλέον να αντιμετωπίζουν ζητήματα και νομικές προβληματικές, που απορρέουν από διαφορετικά δικαιικά συστήματα.
Στην κοσμοπολιτική αυτή αλλαγή της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και του ρόλου του νομικού γύρω από την τροχιά του, πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζουν οι πανεπιστημιακές νομικές σχολές, οι οποίες καλούνται να εκπαιδεύσουν και να γαλουχήσουν δεόντως τις νέες γενιές νομικών. Και είναι βέβαια γνωστό, ότι παραδοσιακά, οι νομικές σχολές αντιμετωπίζουν με δυστοκία και συντηρητισμό κάθε αλλαγή στα πανεπιστημιακά προγράμματα.
Σε μια εποχή, όμως, που μεταλλάσσεται συνεχώς, οι νομικές σχολές θα πρέπει να ξεπεράσουν την προσήλωση στα παραδοσιακά μαθήματα- τα οποία σε κάθε περίπτωση αποτελούν τη βάση και τα οποία θα συνεχίσουν να διδάσκονται-και να αναπτύξουν τα αντανακλαστικά, τα οποία θα επιτρέψουν στους νομικούς του μέλλοντος να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της διεθνοποιημένης πλέον αγοράς εργασίας, αλλά και τη προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Οι διαλέξεις του Phillip Jessup στο Πανεπιστήμιο Yale ήδη κατά τη δεκαετία του 1950 έθεσαν τις βάσεις για μια νέα κατανόηση της νομικής επιστήμης. Εκεί εισήγαγε για πρώτη φορά, τον όρο «παγκόσμιο δίκαιο», με τον οποίο αποσκοπούσε την συμπερίληψη «όλων των νόμων που ρυθμίζουν ενέργειες ή γεγονότα που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα». Αυτή η έννοια προήλθε τότε από την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις, που εμφανίστηκαν με την αύξηση της κινητικότητας τόσο του κεφαλαίου, όσο και των ανθρώπων.
Από το 1950 όμως και μέχρι σήμερα, σημαντική παράμετρος της εξέλιξης του νομικού επαγγέλματος κατέστη η αλληλεπίδραση μεταξύ του νόμου και της οικονομικής ανάπτυξης. Μία υγιής και εύρωστη οικονομία στηρίζεται σε ένα νομικό πλαίσιο με γερά θεμέλια και ευελιξία που αντανακλά τις απαιτήσεις της οικονομικής ανάπτυξης και λειτουργίας. Ένα ισχυρό νομικό σύστημα που διασφαλίζει την προστασία των συμβάσεων, των περιουσιακών δικαιωμάτων και τη σταθερότητα των αγορών είναι θεμελιώδους σημασίας για την οικονομική δραστηριότητα.
Συνεπώς, ένα υγιές νομικό περιβάλλον είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας των κοινωνιών. Μόνο μέσω της εδραίωσης ενός αποτελεσματικού νομικού συστήματος μπορούμε να προάγουμε την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία. Ακρογωνιαίος λίθος λοιπόν στη διαδικασία αυτή αποτελούν οι νομικές σπουδές.
Σήμερα πια, βασικός άξονας εκσυγχρονισμού των νομικών σπουδών και του νομικού επαγγέλματος είναι η αλματώδης τεχνολογική ανάπτυξη, η οποία θέλει τους νομικούς ως ρυθμιστές και εγγυητές της προστασίας των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Η ψηφιακή τεχνολογία έχει μπει προ πολλού στη ζωή όλων μας, με τις νέες εφαρμογές να επηρεάζουν κάθε πτυχή της καθημερινότητας, μέχρι και την ίδια την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, τις νομικές διαδικασίες και την επικοινωνία μεταξύ των νομικών επαγγελματιών και των πολιτών.
Ειδικά στον τομέα της δικαιοσύνης, όλα κατατείνουν στην ψηφιοποίηση και την αυτοματοποίηση των νομικών διαδικασιών, με τη χρήση τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη. Παράλληλα, δε, η προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών, καθώς και η διασφάλιση της απονομής της δικαιοσύνης εξακολουθούν να παραμένουν θεμελιώδεις αρχές, οι οποίες και πρέπει να διατηρηθούν και να ενισχυθούν σε αυτό το νέο ψηφιακό περιβάλλον.
Είναι γεγονός ότι η τεχνητή νοημοσύνη ανοίγει «νέα μονοπάτια» στον νομικό τομέα. Αναμένεται να επιφέρει δριμύτατους κλυδωνισμούς. Από την αυτοματοποίηση δικαστικών διαδικασιών μέχρι και την ανάλυση νομικών κειμένων, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει και να επιταχύνει την επίλυση χρονίων προβλημάτων, που αντιμετωπίζουμε, στον κλάδο μας.
Από την άλλη, νέες προβληματικές, όπως ποιο είναι το σημείο στο οποίο η τεχνητή νοημοσύνη σταματά να υποκαθιστά τον ανθρώπινο νου και πώς διασφαλίζουμε την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ιδιωτικότητα και την διαφάνεια, μπαίνουν στο τραπέζι.
Πώς εκπαιδεύουμε τους σύγχρονους λοιπόν νομικούς επαγγελματίες για το μετασεισμικό αυτό περιβάλλον που αναμένεται να δημιουργήσει η τεχνητή νοημοσύνη; Που θα σταθεί η νομική εκπαίδευση στην νέα αυτή ισορροπία; Θα παραμείνει η νομική εκπαίδευση στα παραδοσιακά πρότυπα, επιφυλάσσοντας όλη την εξειδίκευση και τεχνογνωσία σε μεταπτυχιακά μόνο προγράμματα και σεμινάρια κατάρτισης; Θα εντρυφεί πλέον ο φοιτητής νομικής στα σύγχρονα νομικά ζητήματα του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος ή θα καλείται μόνο μετά την τετραετή του φοίτηση να ανοίγει για πρώτη φορά το κουτί της Πανδώρας της σύγχρονης διασυνοριακής υπερεθνικής νομικής επιστήμης και να αντιμετωπίζει για πρώτη φορά σύγχρονες προβληματικές του δικαίου;
Συνοψίζοντας, λοιπόν, θα λέγαμε ότι και η νομική επιστήμη βρίσκεται στον κυκλώνα μεγάλων μεταβολών και προκλήσεων, αλλά ταυτόχρονα και ευκαιριών για πρόοδο και μετεξέλιξη. Η επίτευξη ισορροπίας στην νομική εκπαίδευση ανάμεσα στους παραδοσιακούς άξονες και θεματικές αλλά και τους νέους τομείς που αναδύονται με βάση τα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα σε τεχνολογικό και οικονομικό επίπεδο, αποτελεί το κλειδί για την δέουσα κατάρτιση νομικών που θα έχουν τα κατάλληλα επιστημονικά εφόδια για την περαιτέρω επαγγελματική τους πορεία.
Οι αλλαγές αυτές δεν σημαίνουν, απαραιτήτως, και απώλεια αίγλης για το Δίκαιο και την απονομή της δικαιοσύνης, παρά το γεγονός ότι ήδη μετασχηματίζεται η παραδοσιακή τους μορφή. Η δικαιοσύνη και η απονομή της πρέπει να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα και να επιδιώξουν την αποτελεσματική εφαρμογή του Δικαίου στην ψηφιακή εποχή. Κορωνίδα της απονομής του Δικαίου θεωρώ και ελπίζω ότι θα παραμένει πάντα ο ανθρώπινος νους και η ανθρώπινη ενσυναίσθηση.
Νικόλας Κανελλόπουλος
Δικηγόρος,
Πρόεδρος του Ινστιτούτου για τη Δικαιοσύνη και την Ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου (EPLO)