Χαιρετισμός ΓΓ ΥΔΔΑΔ στην ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση της
Ένωσης Διοικητικών Δικαστών
11-2-2012
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε του Συμβουλίου της Επικρατείας,
Αξιότιμοι κύριοι και κυρίες Δικαστές,
Κατ’ αρχάς επιτρέψτε μου να σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμητική προς το πρόσωπό μου πρόσκληση στην Τακτική Συνέλευση της Ένωσης των Διοικητικών Δικαστών.
Εκ μέρους του Υπουργείου Δικαιοσύνης χαιρετίζω τη συνάντηση των λειτουργών της διοικητικής δικαιοσύνης, η οποία τη φετινή χρονιά, διεξάγεται σε μια εποχή δύσκολη, απαιτητική και γεμάτη μεγάλες προκλήσεις για το ελληνικό δικαστικό σύστημα, ιδιαίτερα στον ευαίσθητο χώρο του ελέγχου της δράσης της Δημόσιας Διοίκησης. Δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι η Διοικητική Δικαιοσύνη αποτελεί τον «μεγάλο ασθενή» του ελληνικού δικαστικού συστήματος. Δυστυχώς, τα στατιστικά δεδομένα συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης.
Ο τρομακτικός αριθμός των εισερχόμενων ενδίκων βοηθημάτων, η «δικομανία» των πολιτών αλλά και του Ελληνικού Δημοσίου, οι υπερβολικές καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των υποθέσεων, από το στάδιο του προσδιορισμού έως τη συζήτηση και την έκδοση απόφασης, δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας στα διοικητικά δικαστήρια της χώρας. Ακόμη και υποθέσεις -φαινομενικά- απλές ή διαφορές τεχνικού χαρακτήρα παγιδεύονται στο «τέλμα» της εκκρεμοδικίας, με μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό κόστος.
Ο πολίτης αισθάνεται απροστάτευτος απέναντι σε κάθε ενδεχόμενη κρατική αυθαιρεσία την ώρα που το Κράτος βρίσκεται σε απόλυτη αδυναμία είσπραξης των φόρων και των λοιπών απαιτήσεών του. Η ανασφάλεια δικαίου, η υστέρηση στα δημόσια έσοδα και η καθήλωση μεγάλων επενδυτικών σχεδίων, εμποδίζουν την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Είναι, νομίζω, διαπίστωση όλων ότι η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Και είναι -ελπίζω- αίσθηση όλων ότι η υποχρέωσή μας για αλλαγή, για μεταρρύθμιση και ανατροπή των προβληματικών πρακτικών του παρελθόντος παραμένει παρούσα κι επίκαιρη, πιο πολύ από ποτέ άλλοτε. Με σύμπνοια απόψεων, οφείλουμε να διαπιστώσουμε τα προβλήματα, στη ρίζα τους, και να προχωρήσουμε με γενναία βήματα στην αλλαγή, που δεν μπορεί να περιμένει άλλο.
Με το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο για τη δίκαιη δίκη και την εύλογη διάρκειά της, που τις επόμενες ημέρες εισάγεται για ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής, γίνεται ένα πρώτο μεγάλο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Εργαστήκαμε επί μήνες, δικαστές, καθηγητές πανεπιστημίου, δικηγόροι της πράξης, για να εντοπίσουμε τις «πληγές» και να επινοήσουμε τις «θεραπείες».
Αξιολογήσαμε το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, ιδιαίτερα τον πρόσφατο Ν. 3900/2010, και προχωρήσαμε αρκετά βήματα παραπέρα. Αναλάβαμε το έργο της ολοκλήρωσης του θεσμού της «πιλοτικής δίκης» στο Συμβούλιο της Επικρατείας και προβλέψαμε την εισαγωγή των εκκρεμών όμοιων υποθέσεων, των οποίων το βασικό νομικό ζήτημα έχει κριθεί, σε διαδικασία εν συμβουλίω και όχι σε κανονική δίκη σε ακροατήριο, με άμεσο αποτέλεσμα την εκκαθάριση με απλές και συνοπτικές διαδικασίες σημαντικού αριθμού υποθέσεων.
Ενισχύσαμε σε καθοριστικό βαθμό την αρμοδιότητα των μονομελών συνθέσεων των διοικητικών δικαστηρίων, εξοικονομώντας σημαντικές εργατοώρες για τους δικαστές.
Τριπλασιάσαμε τη δικαστική δαπάνη στην περίπτωση που ο ηττημένος διάδικος κριθεί ότι συνέβαλε με τη δικονομική του συμπεριφορά στην καθυστέρηση εκδίκασης της υπόθεσης στις ίδιες διαφορές. Λάβαμε ειδική μέριμνα για την ομαδοποίηση των υποθέσεων από την ώρα της κατάθεσής τους, με την υποχρέωση των δικηγόρων να υποβάλουν περιληπτικές εκθέσεις των δικογράφων τους.
Δημιουργήσαμε το θεσμικό πλαίσιο για την ηλεκτρονική κατάθεση και κοινοποίηση των δικογράφων, αλλά και την ηλεκτρονική σύνταξη των αποφάσεων με ταυτόχρονη κατάργηση της θεώρησης.
Επιχειρήσαμε τομές στον προσυμβατικό έλεγχο των δημοσίων έργων και προμηθειών, προβλέποντας την έκδοση του εκτελεστού διατακτικού της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων εντός επτά ημερών από τη δικάσιμο, με σκοπό το άμεσο «ξεπάγωμα» των επενδύσεων.
Όλα τα νέα μέτρα φυσικά και δεν μπορούν να αποτελέσουν πανάκεια για την εκ θαύματος επίλυση των χρόνιων προβλημάτων της διοικητικής δικαιοσύνης. Συνιστούν όμως μια πρώτη, πειστική απάντηση του ελληνικού δικαστικού κόσμου στα φαινόμενα των καθυστερήσεων, χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα της δικαστικής κρίσης.
Κυρίες και κύριοι δικαστές,
Κατά τους τελευταίους μήνες είχα την τιμή και τη χαρά να βρεθώ με πολλούς από εσάς στο κοινό τραπέζι του διαλόγου. Συναντήθηκα μαζί σας σε ημερίδες, συνέδρια αλλά και στο πλαίσιο των ομάδων εργασίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης εν όψει του νέου νομοσχεδίου. Μέσα από τις συνεχείς και γόνιμες επαφές μας, κατάφερα να επιβεβαιώσω μια πάγια προσωπική μου άποψη:
Παρά τις παθογένειες του συστήματος, οι Έλληνες δικαστές αποδεικνύουν καθημερινά την επάρκεια και το κύρος τους. Έχουν πλήρη συναίσθηση της ευθύνης που τους αναλογεί και μοχθούν καθημερινά, ακόμη και σε αντίξοες συνθήκες, για την ορθή κι αμερόληπτη απονομή της Δικαιοσύνης.
Οι μικρές, ελάχιστες, μειοψηφίες των συναδέλφων τους που αδυνατούν να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους δεν μπορούν να επισκιάσουν την αφοσίωση της συντριπτικής πλειοψηφίας των δικαστών στο λειτούργημά τους.
Καταλήγοντας, σας διαβεβαιώνω ότι κατανοώ πως η προσπάθεια που καλείστε να καταβάλετε για την εκκαθάριση της δυσθεώρητης, χρονίζουσας δικαστικής εκκρεμότητας προϋποθέτει κόπο, προσωπική προσπάθεια και επιμονή από όλους. Είμαι ωστόσο βέβαιος ότι θα ανταποκριθείτε στις νέες απαιτήσεις με επιτυχία αποδεικνύοντας ότι κάθε πολίτης και κάθε επιχείρηση σε αυτή τη χώρα μπορεί να συνεχίσει να εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη και τους έλληνες δικαστές.
Με αφορμή τη σημερινή συνέλευσή σας, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμότερες ευχαριστίες τόσο του Υπουργού όσο και εμένα προσωπικά για το βαρύ φορτίο ευθύνης που επωμίζεστε, τη μεγάλη προσπάθεια που καθημερινά καταβάλλετε και τη συμπαράστασή σας στο έργο για αναβάθμιση του ελληνικού δικαστικού συστήματος.
Εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες της Γενικής Συνέλευσης και σας ευχαριστώ θερμά.