ΕΣΠΑ – ΣΔΙΤ – Στρατηγικές επενδύσεις: Πυλώνες του επενδυτικού θεσμικού πλαισίου.
Η αιφνίδια εκδήλωση της πανδημίας του Covid-19 επέφερε αναταράξεις και ανακατατάξεις στο οικονομικό γίγνεσθαι. Δεν θα πρέπει, όμως, να αφήσουμε τον κορωνοϊό να αναχαιτίσει την αναπτυξιακή τροχιά της χώρας. Αξιοποιώντας την εμπειρία που αποκτήσαμε από την οικονομική κρίση και προσηλωμένοι στον στόχο της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, παρά τις αντιξοότητες που πράγματι υπάρχουν, πρέπει να αναδείξουμε και να αξιοποιήσουμε τα κατάλληλα αναπτυξιακά εργαλεία.
Στο πλαίσιο αυτό, η διαμόρφωση ενός σταθερού και επενδυτικού πλαισίου θα συμβάλει τα μέγιστα στην κάλυψη του παραγωγικού και επενδυτικού κενού, που δυστυχώς εξακολουθεί να υπάρχει στην Ελλάδα, παρά τα σημαντικά άλματα ανάπτυξης που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία έτη.
Θα ήθελα όμως να σταθώ ιδιαίτερα σε τρεις πυλώνες του επενδυτικού θεσμικού πλαισίου, που με τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις, θα αναδείξουν την χώρα μας σε ελκυστικό επενδυτικό προορισμό. Και αυτοί οι τρεις πυλώνες είναι το νέο κανονιστικό πλαίσιο για το ΕΣΠΑ, τα ΣΔΙΤ και φυσικά οι στρατηγικές επενδύσεις.
Ι. ΕΣΠΑ 2021-2027
Πιο αναλυτικά, το ποσοστό επιτυχίας της υλοποίησης των Προγραμμάτων της νέας Περιόδου ΕΣΠΑ 2021- 2027 θα εξαρτηθεί άμεσα από το κατά πόσο θα υλοποιηθούν οι εξής δύο (2) βασικές παράμετροι: η Απλοποίηση και η Επιτάχυνση των διαδικασιών.
Η χώρα μας διαθέτει έμπειρες και ικανές δομές ΕΣΠΑ, οι οποίες υλοποιούν ένα άκρως αξιόπιστο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου (ΣΔΕ).
Στόχος της νέας Προγραμματικής Περιόδου πρέπει να είναι, μεταξύ άλλων, να διατηρηθούν όλες εκείνες οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν κατά την τρέχουσα Προγραμματική Περίοδο, με ταυτόχρονη όμως επιδίωξη την περαιτέρω κατ’ ουσίαν βελτίωση του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων.
Οι νέες διαδικασίες οφείλουν να είναι προσαρμοσμένες στις νέες οικονομικές και αναπτυξιακές απαιτήσεις και να παρέχουν όλες εκείνες τις διευκολύνσεις που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία και ο συντελούμενος, σε εθνικό, αλλά και διεθνές επίπεδο, ψηφιακός μετασχηματισμός.
Η προσαρμογή των διαδικασιών προς ένα απλούστερο και ταχύτερο μοντέλο διακυβέρνησης, θα οδηγήσει σε πιο άμεσα αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία. Συγκεκριμένα, απαιτείται ριζική αναδιάρθρωση τόσο των διαδικασιών των προσκλήσεων, όσο και του τρόπου αξιολόγησης αυτών, ώστε τα ποσά που αναλογούν σε κάθε επένδυση να αποδίδονται άμεσα.
Η επιτάχυνση και απλούστευση των διαδικασιών θα οδηγήσει στην καλύτερη υλοποίηση και απόδοση ενός εμπροσθοβαρούς ΕΣΠΑ, το οποίο μέσα από έργα που θα αφήσουν ένα ισχυρό αναπτυξιακό αποτύπωμα, θα παράξει οφέλη και προστιθέμενη αξία, τόσο για την εθνική οικονομία, αλλά (το σημαντικότερο) και για την ελληνική κοινωνία.
Η έμφαση πρέπει να δοθεί στη δημιουργία ενός νομικού και θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα ευνοεί την αναπτυξιακή εξωστρέφεια, την καινοτομία και την υγιή ανταγωνιστική επιχειρηματικότητα στους τομείς του ψηφιακού μετασχηματισμού, την πράσινη οικονομία, την τεχνολογία, τις κρίσιμες υποδομές, την ανταγωνιστικότητά και την κοινωνική συνοχή. Ιδιαίτερη σημασία επίσης πρέπει να δοθεί στο σκέλος του νέου ΕΣΠΑ που αφορά στην περιφερειακή και κοινωνική διάστασή του.
Η επιδίωξη και η επιτυχία στον τομέα της ανταγωνιστικότητας απαιτεί μια σύνθετη ολιστική δράση, μέσω παρεμβάσεων και βελτιώσεων σε ένα ευρύτατο πεδίο της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Η ανάκαμψη, μετά το πέρας της πανδημίας, πρέπει να αποτελέσει συνολική προσπάθεια που θα υπηρετείται από το πλούσιο αναπτυξιακό δυναμικό που διαθέτει η χώρα μας σε τομείς πολιτικής που παρουσιάζουν ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα για επενδύσεις.
Ισχυρό εργαλείο για την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία του Συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων αποτελεί η βελτίωση του συντονισμού των εμπλεκόμενων φορέων και παραγόντων, όπως ειδικών υπηρεσιών, τοπικής κοινωνίας, εταίρων και δικαιούχων. Το εργαλείο του συντονισμού μπορεί να προωθηθεί ακόμα περισσότερο μέσα από την προώθηση της θέσπισης και με τη λειτουργία των Θεματικών Δικτύων που θα συντονίζονται σε κεντρικό επίπεδο και στα οποία θα συμμετέχουν όλοι οι ανωτέρω φορείς.
Η απλοποίηση των διαδικασιών μπορεί να εξυπηρετηθεί μέσω των εργαλείων που παρέχει το νέο Ενωσιακό Κανονιστικό πλαίσιο της νέα προγραμματικής περιόδου. Συγκεκριμένα, η εισαγωγή και η διεύρυνση επιλογών απλοποιημένου κόστους, η πλήρως αυτοματοποιημένη ηλεκτρονική διαχείριση μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος, η διασύνδεση αυτού με άλλα πληροφοριακά συστήματα του Δημοσίου Τομέα, καθώς και η επέκταση της διεπαφής του με σκοπό τη μείωση των διαβιβαζόμενων από τους δικαιούχους εγγράφων, αποτελούν πολύ θετικά στοιχεία του νέου ΕΣΠΑ που πρέπει να τεθούν γρήγορα σε εφαρμογή, ώστε να παράξουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Επίσης, τομείς που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως δεκτικοί περαιτέρω βελτίωσης είναι ο τομέας του ελέγχου των δημοσίων συμβάσεων και της προσήκουσας χρήσης των προτύπων αυτών, οι διαδικασίες άμεσης αξιολόγησης και ένταξης των έργων, καθώς και η απλοποίηση μέσω προτύπων, οδηγιών και κατευθύνσεων του άκρως πολύπλοκου ζητήματος των Υπηρεσιών Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ).
Επιπλέον, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί θεσμικά το ζήτημα της συστηματικής διαπίστωσης ποιοτικής και λειτουργικής ανεπάρκειας στους δικαιούχους, και δη κατά προτεραιότητα, με παρεχόμενη υποστήριξη μέσω δράσεων και ενεργειών, ειδικών και στοχευμένων στις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε δικαιούχου και ανάλογα με τη φύση του, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή απορρόφηση των κονδυλίων με δράσεις επωφελείς για την κοινωνία και τις επιχειρήσεις.
Η προσπάθεια επιτάχυνσης και απλοποίησης των διαδικασιών της νέας προγραμματικής περιόδου, σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται βεβαίως ατονία ή χαλάρωση των ελεγκτικών φορέων και
μηχανισμών. Το σύνολο των στοιχείων που τίθενται με την Εθνική Στρατηγική Καταπολέμησης της Απάτης του ΕΣΠΑ, πρέπει να αποτελεί τον βασικό άξονα στον οποίο θα κινείται το κανονιστικό πλαίσιο διερεύνησης και καταπολέμησης των φαινομένων παρατυπιών και απάτης, ώστε η υλοποίηση των δράσεων να είναι αληθής και επωφελής για την τοπική ή κλαδική κοινωνία.
Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των Προγραμμάτων ΕΣΠΑ της νέας περιόδου, θα οδηγήσει στα καλύτερα, αμεσότερα και αποδοτικότερα αποτελέσματα για την οικονομία και την κοινωνία μας.
ΙΙ. ΣΥΜΠΡΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ (ΣΔΙΤ)
Τα ΣΔΙΤ έχουν ήδη, από τη θέσπισή τους και τη θέση τους σε εφαρμογή, αποτελέσει μια σημαντική μεταρρύθμιση στον τομέα της παροχής δημόσιων υπηρεσιών και της δημιουργίας έργων υποδομής του Δημοσίου Τομέα, βελτιώνοντας την αποδοτικότητα των πόρων του Δημοσίου.
Αναντίρρητα, τα ΣΔΙΤ παρουσιάζουν μια σειρά από πλεονεκτήματα σε σχέση με τον παραδοσιακό τρόπο ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι μέσω των ΣΔΙΤ αξιοποιείται η τεχνογνωσία, η αποτελεσματικότητα και η ευελιξία του ιδιωτικού τομέα, μέσω της κατασκευής υψηλής ποιότητας έργων, καθώς και μέσω της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών προς τους πολίτες και γενικότερα, τους χρήστες των έργων αυτών.
Παράλληλα, το Δημόσιο διατηρεί ισχυρό εποπτικό και ρυθμιστικό ρόλο σε όλες τις διαδικασίες ΣΔΙΤ, διατηρώντας την ιδιοκτησία των παγίων, ενώ η χρηματοδότηση του αντικειμένου των έργων και των υπηρεσιών πραγματοποιείται με χαμηλό δημοσιονομικό κόστος, με ταυτόχρονη ανάληψη ουσιώδους μέρους του επιχειρηματικού κινδύνου να γίνεται από τον ίδιο τον συμπράττοντα ιδιώτη.
Πρακτικά προβλήματα που έχουν ανακύψει κατά την εφαρμογή των ΣΔΙΤ, όπως λιμνάζοντα έργα ή υπερβολικές καθυστερήσεις πρέπει να επιλυθούν μέσα από την ευρύτερη αναθεώρηση του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων. Προς τη σωστή κατεύθυνση τείνουν και οι πρόσφατες αλλαγές στον ν. 4412/2016 και μένει στην πράξη να δούμε την εφαρμογή τους.
Πρέπει να γίνει κατανοητό -και νομίζω ότι από τους περισσότερους είναι- ότι τα ΣΔΙΤ αποτελούν ένα άκρως σημαντικό εργαλείο οικονομικής και αναπτυξιακής τόνωσης που λειτουργεί με πολλαπλασιαστικά οφέλη. Στο άμεσο μέλλον, πρέπει στη χώρα μας η χρήση των ΣΔΙΤ να ενθαρρυνθεί και να επεκταθεί σε ακόμα ευρύτερο πεδίο έργων και παροχής υπηρεσιών.
ΙΙΙ. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
Μέσω του καθεστώτος των στρατηγικών επενδύσεων αποτυπώνεται η διαρκής προσπάθεια ανάδειξης της χώρας μας ως ελκυστικού επενδυτικού προορισμού.
Δεν θα μπορούσε να παραβλέψει κανείς ότι τα τελευταία έτη έγιναν αποφασιστικά βήματα για την προαγωγή του καθεστώτος των στρατηγικών επενδύσεων, δηλαδή των λεγόμενων fast-track επενδύσεων. Ειδικότερα, επιχειρήθηκε να δοθεί έμφαση στην προσέλκυση εμβληματικών επενδύσεων, ήτοι επενδύσεων από διακεκριμένες διεθνούς φήμης επιχειρήσεις που κατατάσσονται στις πρώτες θέσεις στον κλάδο τους παγκοσμίως ή σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων ιδίως όσων προωθούν την πράσινη οικονομία και την οικονομία χαμηλού ενεργειακού και περιβαλλοντικού αποτυπώματος.
Ακολούθως, με το άρθρο 84 του ν. 4635/2019, επετεύχθη η ενοποίηση των δομών εξωστρέφειας και αναβαθμίστηκε σημαντικά η οικονομική διπλωματία, κατά τα πρότυπα των άλλων προηγμένων χωρών. Ειδικότερα, η «Ελληνική Εταιρεία Επενδύσεων και Εξωτερικού Εμπορίου Α.Ε.», που αποτελεί μετεξέλιξη του οργανισμού «Invest in Greece», υπόκειται πλέον στην εποπτεία του Υπουργείου Εξωτερικών και αναλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ηγετικό ρόλο στην ψηφιακή-πληροφόρηση και ψηφιακή- εκπαίδευση των ελληνικών επιχειρήσεων με στόχο την ενίσχυση της εξαγωγικής τους δραστηριότητας.
Επιπροσθέτως, διασφαλίζεται η αποτελεσματική συνεργασία με τους ακολούθους Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα αποκτά πλέον «αντένες» στο εξωτερικό, που συνδράμουν συνεκτικά στην υλοποίηση των δράσεών της.
Παρά ταύτα, οι προσπάθειες για την περαιτέρω βελτίωση του επενδυτικού θεσμικού πλαισίου δεν πρέπει να σταματήσουν εδώ. Αντιθέτως, θα πρέπει να μείνουμε πιστά προσηλωμένοι στον στόχο της επιτάχυνσης των διαδικασιών, στην άρση της γραφειοκρατίας καθώς και στην περαιτέρω ενίσχυση και επέκταση του καθεστώτος των στρατηγικών επενδύσεων.
Η αιφνίδια πανδημία του Covid-19 δημιούργησε πολλά προβλήματα στην οικονομική κοινότητα, αλλά ταυτοχρόνως δημιούργησε και νέες ευκαιρίες. Η Ελλάδα δεν θα πρέπει, λοιπόν, να μείνει πίσω στον ψηφιακό μετασχηματισμό και ήρθε επιτέλους η ώρα να προσελκύσουμε επενδύσεις και στον τομέα της τεχνολογίας και της καινοτομίας, αξιοποιώντας το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα περί ύπαρξης υψηλά καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού, που κατά κανόνα χρησιμοποιεί άπταιστα την αγγλική γλώσσα.
Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να ανοίξουμε τη βεντάλια και να διευρύνουμε το καθεστώς των στρατηγικών επενδύσεων με την εισαγωγή νέων κατηγοριών στρατηγικών επενδύσεων, με έμφαση στην τεχνολογική ανάπτυξη και εν γένει στην καινοτομία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει επενδύσεις στον τομέα των data centers, της τεχνητής νοημοσύνης, ακόμη και των στούντιο κινηματογράφησης, χωρίς βεβαίως να απολέσουμε τις σταθερές μας επενδύσεις, που εντοπίζονται κυρίως στον τομέα του τουρισμού και των ΑΠΕ.
Παράλληλα, θα πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά το να απαγκιστρωθούμε από τη στενή και περιοριστική αξιολόγηση με βασικό άξονα το ύψος της επένδυσης, που σχεδόν αποκλειστικά χρησιμοποιείται σήμερα ως κριτήριο αξιολόγησης, και να αξιολογούμε πλέον τα επενδυτικά σχέδια τόσο με ποιοτικούς όρους, όσο και με ποσοτικούς όρους. Άλλωστε, η προτεινόμενη στροφή προς την αξιολόγηση και των ποιοτικών όρων της επένδυσης μπορεί να συμβάλει ιδιαίτερα στη στήριξη της τοπικής οικονομίας Περιφερειών που παρουσιάζουν αυτή τη στιγμή τη μικρότερη επενδυτική ανάπτυξη.
Εναλλακτικά ή ακόμη και συνδυαστικά, θα μπορούσαμε να προβλέψουμε τη μείωση του κατώτατου ορίου προϋπολογισμού σε συγκεκριμένες κατηγορίες στρατηγικών επενδύσεων.
Με άλλα λόγια, μία επένδυση πρέπει να μπορεί να χαρακτηριστεί ως «στρατηγική» ώστε να απολαύσει τα προνόμια και τα χορηγούμενα κίνητρα, ακόμη και αν τυγχάνει χαμηλότερου προϋπολογισμού υπό τον όρο ότι ανοίγει νέες αγορές, δημιουργεί πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στις κατά τόπον αγορές ή κοινωνίες, δημιουργεί και διακρατεί μετρήσιμα πάντα νέες θέσεις εργασίας, προάγει την έρευνα, την καινοτομία και τις επιστήμες. Με τον τρόπο αυτό, ο απαλλακτικός μέχρι σήμερα περιορισμός των μικρό-μεσαίων επιχειρήσεων καθώς και οι start-up από τη διαδικασία αυτή των στρατηγικών επενδύσεων θα μπορούσε να αρθεί, διευρύνοντας έτσι περαιτέρω τους δικαιούχους των προνομίων του οικείου νομοθετικού πλαισίου.
Αντίστοιχης σημασίας βεβαίως είναι και τα χορηγούμενα κίνητρα. Αυτή τη στιγμή η πλειοψηφία των χορηγούμενων κινήτρων αφορούν κυρίως στην ταχεία αδειοδότηση, στην έγκριση ΕΣΧΑΣΕ (Σχεδίου Χωρικής Ανάπτυξης της Στρατηγικής Επένδυση) και κινούμαστε δειλά δειλά προς την χορήγηση και φορολογικών κινήτρων (φοροαπαλλαγών-σταθερός φορολογικός συντελεστής).
Μήπως, όμως, η εισαγωγή και κινήτρων κεφαλαιακής μορφής, δηλαδή επιχορήγησης ή/ και επιδότησης, θα συνέβαλαν στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και στη δημιουργία υπό τον όρο διακράτησης νέων θέσεων εργασίας;
Ακολούθως, θα πρέπει να εστιάσουμε στη διασφάλιση της ταχείας, έγκαιρης έγκρισης αλλά και υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων. Και τούτο διότι δεν έχει νόημα να έχουμε εγκεκριμένα από τη Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων (ΔΕΣΕ) επενδυτικά σχέδια, τα οποία λιμνάζουν και τελικώς δεν υλοποιούνται ή υλοποιούνται- απομειωμένα- μετά την παρέλευση πολλών ετών. Η αξιοποίηση πιστοποιημένων ή εγνωσμένου κύρους ιδιωτικών φορέων της αγοράς στην διαδικασία της αδειοδότησης θα μπορούσαν με την πολύτιμη τεχνογνωσία να συνδράμουν στην ταχεία αδειοδότηση των εγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων.
Τέλος, για τη διαμόρφωση ενός σταθερού επενδυτικού πλαισίου που θα δημιουργεί ασφάλεια στον επενδυτή, θα μπορούσαν να εκδοθούν κατευθυντήριες γραμμές και guidelines ώστε να μην ερείδονται νομικές ασάφειες και να αποσαφηνίζονται τυχόν νομοθετικά κενά ή γκρίζες ζώνες, επιλύοντας με ενιαίο και δίκαιο τρόπο όμοια ζητήματα. Άλλωστε, η ανασφάλεια δικαίου, η βραδεία απονομή δικαιοσύνης και οι διαρκείς νομοθετικές μεταβολές αποτελούν ένα από τους πλέον ανασχετικούς παράγοντες για τις επενδύσεις και αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε.
ΙV. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στο λυκόφως, ελπίζουμε, της πανδημίας του Covid-19, η χώρα μας πρέπει να είναι θωρακισμένη με όλα τα απαραίτητα εργαλεία για τη δημιουργία και λειτουργία ενός εξωστρεφούς, ανταγωνιστικού και βιώσιμου οικονομικού μοντέλου.
Η πρόσφατη έγκριση του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» από το Ecofin δημιουργεί μία αισιοδοξία για τη σταθερή και αδιάλειπτη αναπτυξιακή τροχιά της χώρας. Με τις κατάλληλες παράλληλες μεταρρυθμίσεις σε ΕΣΠΑ, ΣΔΙΤ και στρατηγικές επενδύσεις, η αισιοδοξία αυτή θα μετουσιωθεί και σε έμπρακτα θετικά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία και κυρίως την ποιότητα ζωής της ελληνικής κοινωνίας.
Νικόλας Κανελλόπουλος
Δικηγόρος, Διαχειριστής Εταίρος της Δικηγορικής Εταιρείας
«Νικόλας Κανελλόπουλος Χαρά Ζέρβα & Συνεργάτες», Πρόεδρος του Ινστιτούτου για τη Δικαιοσύνη & την Ανάπτυξη
του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου (EPLO),
DPO του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών
** Το παρόν άρθρο αποτελεί εισήγηση του Νικόλα Κανελλόπουλου που πραγματοποιήθηκε στο συνέδριο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών «Επενδύσεις στην Ελλάδα & Αναπτυξιακή Προοπτική 2021», την Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021.